Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2008

ΚΑΝΕ ΤΗΝ Ε Π Α Ν Α Σ Τ Α Σ Η

Στην πόλη περιφέρεσαι όλημερίς θλιμένος
σε μαύρες σκέψεις θλιβερές είσ'απορροφημένος.
Παραμιλάς.'Οταν περνάς κανένα δεν προσέχεις.
Τα βάσανά σου κουβαλάς σ'ολόγεμο τσουβάλι
που σου τρυπάνε διαρκώς το άτολμο κεφάλι,
γιατί ελπίδα στην ζωή εσύ καμμιά δεν έχεις.

Είν' η ζωή σου κόλαση.Ο πόνος σε σκεπάζει.
Και πριν καλά τον ήλιο δεις,σβύνει και σκοτεινιάζει
Πόσο θ'αντέξεις; δυστυχώς περάσαμε το όριο.
Σβύνουν τα νειάτα μας στην φτώχεια κι ανεργία.
Το γέλιο το ξεχάσαμε,γαμώ τα Υπουργεία.
Η κοινωνία σε πετά φίλε στο παριθώριο.

Απελπισία και οργή σε έχουν κυριεύσει.
Σου είναι βάρος η ζωή αν δεν καλυτερεύσει.
Μα πώς; εάν η αστραπή δεν σχίσει τον αγέρα;
'Οταν κυκλώνας άγριος την γή δεν ερημώσει;
και την αιτία του κακού αν δεν την ξεριζώσει;
Μην φοβηθείς.Οι πιό πολλοί πεθαίνουν κάθε μέρα.

Τα όνειρά σου πνίγονται.Η σκέψη σε τρελλαίνει.
Μέσα σου κάθε ανθρωπιά και αίσθημα πεθαίνει.
Γεμάτες είν' οι τράπεζες μα τάχουνε οι λίγοι.
Βαλε σ'αυτούς τον βουλευτή και τον Μητροπολίτη
και θα χαρούνε να σε δούν ληστή,φονιά κι αλήτη.
Η ανοχή μας ως εδώ. Η προθεσμία λήγει.

Πέρασες τα τριανταδυό κι είσαι χωρίς δουλειά
και στα εικοσιπέντε σου έχασες τα μαλλιά.
Ο εφιάλτης τ'αύριο θολώνει το μυαλό σου.
Αδιαφορία συναντάς και τρέμεις σαν το φύλλο.
Η κοινωνία σε κλωτσά όπως κλωτσούν τον σκύλο.
Εμπρός,πάρε εκδίκηση πριν δεις τον θάνατό σου.

'Αφραγκος,μόνος,δυστυχής,τί άλλο περιμένεις;
Χτυπάς τις πόρτες για δουλειά.Κάθε πρωί πεθαίνεις.
Ο κόσμος είναι άπονος.Κανείς δεν σε λυπάται.
Σε πνίγ' απογοήτευση.Σε τρώει η αγωνία
που σταυρωμένος στέκεσαι,ριγμένος στην γωνία.
Τον κόσμο που σε τιμωρεί κάνε να σε φοβάται.

Κατάντησε μιά κόλαση τούτ'η ζωή η μαύρη
και ο φτωχός που σέρνεται ποτέ χαρά δεν θάβρει.
Αγγομαχά ο 'Ελληνας.'Αραγε τι συμβαίνει;
Η ανεργία δράκοντας, τους νέους ροκανίζει.
Το κράτος μας αδιάφορο απλόχερα χαρίζει
στα νειάτα μία σύριγγα στο μπράτσο καρφωμένη.

Το βλέπεις πως κατάφορα κάποιοι σε αδικούνε.
'Ορμα και πάρε μόνος σου αυτά που σου χρωστούνε.
Και μην πτοείσαι.Σπάσε πιά την άβουλη σιγή σου.
Κάνε την επανάσταση με πάθος και μανία
για να αλλάξεις. Το μπορείς,αυτή την κοινωνία
και οι κρατούντες να γευθούν πλέον την δύναμή σου.

Μην δέχεσαι παθητικά τους νόμους που "περνάνε".
Με υποσχέσεις στην σφαγή σαν πρόβατο σε πάνε.
Σήκωσε το ανάστημα με θάρρος και οργή.
Το όνειρο ανάστησε που σούχουνε σκοτώσει.
Κόψε τα χέρια αυτωνών που σ'έχουν μπαγλαρώσει.
Σαν δυναμίτης τον θυμό άσε να εκραγεί.

Εκτός κι αν η δειλία σου σε ζητιανιά σε βγάλει
και σκύβεις στους δημίους σου το άτολμο κεφάλι,
με όνειρα ναυάγια και μιά ζωή χαμένη
και να ζητάς παρηγοριά στην μέθη να ξεχάσεις
αφού την δυστυχία σου αρνείσαι να την χάσεις.
Καθε προσπάθεια φυγής για σένα θάναι ξένη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: